ΜΕΤΑΝΕΩΤΕΡΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΑΝΕΥ-ΦΥΛΟΥ: ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ;

Pin It

2024 07 29 a


Κριτική θεώρηση μιας θεολογικής πρότασης περί Θεϊκού και ανθρώπινου προσώπου.

π. Γεώργιος Αναγνωστόπουλος

Σε μια προσωπική συζήτηση με γνωστό θεολόγο, σε μια έξαρση του λόγου του, δήλωσε: «Εγώ, για την ιεραρχικότητα στο Θεό δίνω και τη ζωή μου”! Ο συνομιλητής μου ακολουθούσε το πνεύμα, και υποστήριζε τις θεολογικές αρχές του διεθνώς γνωστού Μητροπολίτη Ιωάννη Ζηζιούλα (†2023). Ο μη εξοικειωμένος αναγνώστης με το όλον της θεολογίας του Μητροπολίτη, ίσως διερωτηθεί ποια ‘ιεραρχικότητα’ συγκινούσε το θεολόγο συνομιλητή μου, σε τέτοιο βαθμό, ώστε να είναι έτοιμος να θυσιάσει τον εαυτό του για το μεγάλο του ιδεώδες[i];

Συσχετίζω την ζωηρή εκείνη ανάμνηση της παραπάνω συζητήσεως με το ζήτημα που τέθηκε από βουλευτή, καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρεσβυτέρα, η οποία επιχειρηματολόγησε υπέρ του νομοσχεδίου για τον ‘γάμο’ των ομοφυλοφίλων, εν αναφορά προς τον θεολογικό λόγο του Μητροπολίτη Ιωάννη Ζηζιούλα (στο εξής: “ΜΙΖ”). Η επιχειρηματολογία της πρεσβυτέρας-βουλευτού προκάλεσε εύλογο προβληματισμό και δημόσιο διάλογο.

Στα πλαίσια εκείνων των συζητήσεων, συμμετείχε και γνωστός θεολόγος. Σε ζωντανή απάντηση σε ερώτηση που του τέθηκε, όπως πληροφορούμαστε από βίντεο που αναρτήθηκε στο φιλόξενο ΑΝΤΙΦΩΝΟ, ο ομιλητής, γνωστός και καλός θεολόγος, μεταξύ άλλων, προέβη και στην παράδοξη δήλωση ότι «το πρόσωπο δεν έχει φύλο».

Αναφέρομαι σε “παράδοξη” δήλωση για τους εξής, τουλάχιστον, τρείς λόγους. Πρώτον, η παραπάνω διατύπωση, δήθεν ερμηνεία της Παύλειας διακήρυξης «οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3, 28), δεν βρίσκει θεμελίωση στην Πατερική θεολογία, όσο αυτή μας είναι γνωστή. Δεύτερον, η εν λόγω δήλωση ερχόταν σε αντίθεση με προηγούμενη (προ ολίγων λεπτών) ορθή τοποθέτηση του ομιλητή, περί ανδρός – γυναικός, στην αντιστοίχηση τους προς την σχέση Χριστός – Εκκλησία / Νυμφίου – Νύμφης, εικόνα επίσης δανεισμένη από τον Απ. Παύλο, όπου τα πρόσωπα προφανώς νοούνται έμφυλα… Τρίτον, αναφέρομαι σε “παράδοξη” δήλωση, διότι το ανθρώπινο ‘πρόσωπο’, όταν δεν αναφέρεται στην κατάσταση των εσχάτων ή στην εσχατολογική διάσταση του πνευματικού-μοναχικού ιδεώδους, είναι α π ο λ ύ τ ω ς ακατανόητο ως αποχωρισμένο από το φύλο, πολύ δε περισσότερο ως πρόσωπο-άνευ-φύλου. Διότι, τι θα μπορούσε να είναι ένα ιστορικό ανθρώπινο πρόσωπο-άνευ-φύλου, στα πλαίσια της Χριστιανικής-Αποστολικής διδασκαλίας;

Τι σημαίνει λοιπόν η διατύπωση «το πρόσωπο δεν έχει φύλο», κατατιθέμενη από ένα καλό θεολόγο, ο οποίος ήταν στενός συνεργάτης και φίλος του ΜΙΖ; Μήπως έχει σχέση με το όλον της θεολογίας του ΜΙΖ; Εάν ναι, μπορεί η απάντηση να ανιχνευθεί σε έγκυρες και επίσημα δημοσιευμένες πηγές και για να θεμελιωθεί;

Στο παρόν άρθρο, θα επιχειρήσουμε σύντομη διαπραγμάτευση των εξής ερωτημάτων: (1) Το πρόσωπο-άνευ-φύλου έχει τις ρίζες του στη μεταφυσική του ΜΙΖ, όπως αυτή μπορεί να διερευνηθεί, με πολύ προσοχή, στο γραπτό και προφορικό του λόγο; Ποιες αρχές διέπουν την Μεταφυσική του ΜΙΖ; (2) Νομιμοποιείται, λογικώς και θεολογικώς, η επιχειρηματολογία της πρεσβυτέρας;

Πιστεύουμε, ότι το μικρό αυτό άρθρο, με σύντομη αναφορά στην Πατερική σοφία αφενός, και το δημοσιευμένο έργο του ΜΙΖ αφετέρου, θα ρίξει πλούσιο φως ώστε να απαντηθούν τα παραπάνω ερωτήματα, που απασχολούν πολλούς ανθρώπους στην Εκκλησία.

* * *
Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος γράφει τα εξής, αναφερόμενος, με ιδιαίτερα επιτιμητικό τρόπο, σε ανθρώπους της εποχής του, που διακήρυσσαν την ύπαρξη μιας αυστηρής διάταξης ή διατεταγμένη αρίθμησης στην Τρισυπόστατη θεότητα, με πρόθεση να ανάγουν την αριθμητική δ ι ά τ α ξ η σε ι ε ρ ά ρ χ η σ η εντός της θεότητας: «Τὸ νὰ λέει ἢ νὰ μιλᾶ κανεὶς γιὰ τὸν Θεό […] καὶ νὰ παρουσιάζει σὰν κατανοητὰ αὐτὰ ποὺ εἶναι ἀπὸ ὅλους ἀκατανόητα, θὰ ἦταν δεῖγμα μίας ψυχῆς ποὺ ἔχει θράσος καὶ αυθάδεια. Καὶ αὐτὸ παθαίνουν… γιὰ νὰ θαυμάζονται στὰ συμπόσια καὶ στὶς συναντήσεις ἀπὸ ἐκείνους ποὺ τοὺς ἀκοῦν καὶ νὰ ὀνομάζονται θεολόγοι… Πόσο φοβερὰ λόγια λοιπὸν λένε, ἀποτολμώντας νὰ μιλοῦν γιὰ τὰ θεῖα! […] «Πῶς λὲς ὅτι ὁ Πατέρας εἶναι ἀ ν ώ τ ε ρ ο ς ἀπὸ τὸν Υἱό;». «Διότι», λέει, «ὁ Πατέρας εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ τὸν Υἱό, – λέω μάλιστα ὅτι εἶναι ἀνώτερος, ἀντὶ νὰ πῶ ὅτι εἶναι π ρ ῶ τ ο ς -, διότι ὁ Υἱὸς π ρ ο ῆ λ θ ε ἀπὸ τὸν Πατέρα (ενν. ως αιτία)». Αὐτὰ εἶναι λόγια τῆς νέας ἀπατηλῆς διδασκαλίας καὶ τῆς ἀνόητης θεολογίας τους, ἐπειδὴ αὐτοὶ […] ἀεροβατοῦν καὶ ὑποστηρίζουν αὐτὰ ποὺ λένε, σὰν νὰ εἶναι αὐτὰ σίγουρα καὶ ἀληθινὰ καὶ πραγματικά»[ii].

Ο Αγ. Σωφρόνιος ο Αγιορείτης (Σαχάρωφ) ανακεφαλαιώνοντας τη σχετική διδασκαλία της Εκκλησίας μας, δηλώνει, με τον πιο εμφατικό τρόπο, ότι το δόγμα της Εκκλησίας είναι απόλυτο ως προς το ανωτέρω ζήτημα, σε σημείο που να «”ἀπαγορεύη” κατηγορηματικῶς […] τήν ἐλαχίστην σκέψιν περί μιᾶς ἱ ε ρ α ρ χ ι κ ῆ ς δομῆς ὑ π ο τ α γ ῆ ς εἰς τούς κόλπους τῆς Ἀγίας Τριάδος […] αἱ Τρεῑς Ὑποστάσεις εἶναι ἀναλλοίωτοι, συναΐδιοι και ἰσοσθενεῑς»[iii].

O MIZ, σε πλήρη αντιστοιχία προς τη διδασκαλία, που απορρίπτει ο Άγιος Συμεών και σύμπας ο χορός των Αγίων Πατέρων και θεολόγων της Εκκλησίας, υποστηρίζει: “Υπάρχει, πράγματι, μια δ ι ά τ α ξ η ή τάξη στην Αγία Τριάδα, αφού ο Πατέρας έρχεται π ά ν τ α πρώτος, ο Υιός δεύτερος και το Πνεύμα τρίτο…. [τονίζοντας ότι:] είναι υψίστης σημασίας το ότι δ ε ν μπορούμε να αντιστρέψουμε ή να διαταράξουμε αυτή τη σειρά και να τοποθετήσουμε οποιοδήποτε από τα άλλα πρόσωπα πριν από τον Πατέρα»[iv].

Πέραν άλλων Πατερικών θεολογικών μαρτυριών, περιοριζόμαστε να υπενθυμίζουμε μόνο την Παύλεια ευλογία (Β’ Κορ.13, 13), που επαναλαμβάνει η Εκκλησία σε κάθε Θ. Λειτουργία “H Xάρις του Κ υ ρ ί ο υ ημών Ι η σ ο ύ Χ ρ ι σ τ ο ύ, και η αγάπη του Θεού και Πατρός και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος…”, που ανατρέπει τον ανακριβή ισχυρισμό ότι «ο Πατέρας έρχεται πρώτος π ά ν τ α».

Ατυχώς, ο ΜΙΖ βασιζόμενος στην α ν α κ ρ ι β ή βεβαίωση περί της δήθεν απαρέγκλιτης διάταξης των Υποστάσεων της Ομοουσίου Τριάδος, συντάσσεται πλήρως με την ‘απατηλή’ και ‘ανόητη’ θεολογία της εποχής του Αγίου Συμεών, οδηγούμενος μάλιστα και σε πρωτοφανή εκκλησιολογικά συμπεράσματα για την ορθόδοξη Εκκλησία: «Λοιπόν, στην Αγία Τριάδα η ετερότητα των προσώπων δεν αναδύεται έτσι αυτομάτως. Υπάρχει ένα πρόσωπο το οποίο την προκαλεί που είναι η α ι τ ί α, που είναι ο Πατήρ. Αλλά από την στιγμή που εισάγουμε την α ι τ ι ό τ η τ α εισάγουμε ι ε ρ α ρ χ ί α. Δεν είναι δυνατόν να λες ότι προέρχομαι, ότι ο Υιός προέρχεται από τον Πατέρα, είναι εκ του Πατρός, και συγχρόνως να βάζεις και τον Υιό πάνω από τον Πατέρα. Πώς να τον βάλεις; Ή δ ί π λ α δ ί π λ α; Λοιπόν, αν μέσα στην Αγία Τριάδα, στο γνησιότερο Είναι που υπάρχει, που είναι ο Θεός, αν εκεί μέσα υπάρχει ιεραρχία, πως είναι δυνατόν η εκκλησία που εικονίζει την Αγία Τριάδα να μην αντανακλά αυτήν την κατάσταση;»[v].

Ο Υιός, κατά τον ΜΙΖ, δηλαδή, δεν μπορεί να θεωρείται δίπλα-δίπλα («εκ δεξιών»…) στον Πατέρα, ούτε υπεράνω, άρα πρέπει να θεωρείται υ π ο κ ά τ ω του Πατρός. Υποστηρίζει δε ότι «στην Αγία Τριάδα η ετερότητα των προσώπων δεν αναδύεται έτσι αυτομάτως», παρά την Θεολογία της Α’ Οικουμενικής, η οποία εκφράζεται με ακρίβεια και θαυμαστή συντομία υπό του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή, ως εξής: «οὐ … κ α τ ά π α ρ α γ ω γ ή ν ἐκ μ ο ν ά δ ο ς Τριάς, ἀγένητος ὑπάρχουσα καί α ὐ τ έ κ φ α ν τ ο ς» (Αγ. Μαξίμου, Εἰς τήν Προσευχήν τοῦ Πάτερ ἡμῶν). Κατά τον Άγιο Μάξιμο, δηλαδή, η ύπαρξη της Τριάδας είναι ‘αγένητος’, δηλαδή αναίτιος («οὐ … κατά παραγωγήν ἐκ μονάδος»), και η αντίληψη των Τριών Προσώπων γίνεται “αυτομάτως”, διότι η Τριάς υπάρχει, με τρόπο που περιγράφει ο θαυμάσιος όρος ‘αὐτέκφαντος’!

Επιπλέον, ο ΜΙΖ εκκινώντας εκ μιας λανθασμένης Τριαδολογίας («Αν μέσα στην Αγία Τριάδα […] υπάρχει ιεραρχία»), συμπεραίνει μια αντίληψη («η εκκλησία που εικονίζει την Αγία Τριάδα […} αντανακλά αυτήν την κατάσταση»), που αποκλίνει ουσιωδώς από το Συνοδικό πνεύμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας[vi]. Μάλιστα προτείνει ρητώς «μια εκκλησιολογία στην οποία οι ι ε ρ α ρ χ ι κ έ ς δομές θεωρούνται ως ουσιαστικές στην Εκκλησία … η ε τ ε ρ ό τ η τ α (δηλαδή η… “προσωπική” ιεραρχική σχέση που συγκροτεί την “δομή”…) είναι ο ν τ ο λ ο γ ι κ ώ ς (!) πρωταρχική και έχει (ενν. ‘οντολογικώς’) α σ υ μ μ ε τ ρ ι κ ό χαρακτήρα»[vii]!

Σε μια αξιωματική εκδίπλωση της θεωρήσεως περί ‘ιεραρχίας’ στη θεότητα, στο τελευταίο μεγάλο έργο του, “Communion and Otherness”, ο ΜΙΖ αποφαίνεται: «η προσωπική ε τ ε ρ ό τ η τ α δεν είναι συμμετρική, αλλά α–σ υ μ μ ε τ ρ ι κ ή. Υπάρχει π ά ν τ α σ’ αυτή την ετερότητα ένα «μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο» (Ιω. 14, 28), όχι ηθικά ή λειτουργικά, αλλά ο ν τ ο λ ο γ ι κ ά. Η ετερότητα ε ί ν α ι ε ξ ο ρ ι σ μ ο ύ «ι ε ρ α ρ χ ι κ ή»[viii]. Ο ΜΙΖ, εδώ, ταυτίζει αυθαιρέτως, με απόλυτο (‘εξ ορισμού’) και γενικευμένο (‘πάντα’) τρόπο, την ‘ετερότητα’ με ‘την οντολογική ιεραρχικότητα’!!! Αλλά, μια α-συμμετρική ετερότητα, με ‘ο ν τ ο λ ο γ ι κ ά’ προσδιορισμένη ανωτερότητα μεταξύ Πατρός – Υιού, σημαίνει, ξεκάθαρα, αποδοχή οντολογικής ανωτερότητας της δήθεν δημιουργικής αιτίας έναντι του παραγομένου, εξ ελευθέρας πατρικής θελήσεως[ix], οντολογικώς κατώτερου αποτελέσματος: του Υιού!

Εκ της ανωτέρω θεολογικής τοποθετήσεως, δεν φαίνεται παράδοξο ότι ο ΜΙΖ ωθεί την ‘απατηλή’ περί Πατρός θεολογία, και την επαναφέρει στο αιρετικό της πρότυπο. Ο μεν Άρειος, υποστήριξε ότι “Oὐδέ Θεός ἀληθινός ἐστιν ὁ Λόγος”, ο δε ΜΙΖ, καταλήγει στο συμπέρασμα: «… συνάγεται ότι μ ό ν ο ο Π α τ ή ρ μπορεί να κληθεί κανονικά ‘Θεός’»[x], και, ακόμη περισσότερο ότι: “O έ ν α ς Θ ε ό ς ε ί ν α ι ο Π α τ ή ρ»[xi] (Εδώ: Θεός! Όχι: ‘Θεός’)!! Είναι όμως γνωστό ότι η διατύπωση «μόνον ο Πατήρ είναι Θεός» είναι το κλασσικό μοτίβο των αιρετικών αντιλήψεων, που αντιμετώπισε η Α’ Οικουμενική Σύνοδος με τον όρο ‘ομoούσιος’.

Ο Άγιος Ιουστίνος του Τσέλιε (Πόποβιτς) μας διασώζει επιτυχή διατύπωση του P. Florensky, σύμφωνα με την οποία η χριστιανική αντίληψη της ζωής «εἶναι ὴ ἀνάπτυξις ἑνός μουσικοῦ θέματος πού ἀποτελούν τά δόγματα- ὴ δογματική […] (και τελικώς) ἀνάπτυξις τῆς λέξεως ὁ μ ο ο ύ σ ι ο ς»[xii], και ό ίδιος Άγιος μας προειδοποίησε, προ εκατονταετίας (!), για την απαράμιλλη σημασία του όρου ‘ομοούσιος’, επισημαίνοντας: «Ἡ σύγχρονη εὐρωπαϊκή σχετικοκρατία ἀκολουθεί τόν ἀρειανισμό […] Ἀπό αυτόν τόν νεώτερον σχετικισμόν, σώζει μόνον ὴ πίστη στόν Θεάνθρωπο Χριστό […] σώζει δηλαδή ὴ θαυμαστή λέξη ὁ μ ο ο ύ σ ι ο ς»[xiii].

Συνεκδοχικά, υποστηρίζεται υπό του ΜΙΖ μια θεολογία, που μοιάζει να είναι ένας συνδυασμός Αρειανισμού και Μοναρχιανισμού. Υποστηρίζεται, δηλαδή, ότι: “Η ύπαρξη του Θεού στην Αγία Τριάδα.. έχει την αιτία της… στον Πατέρα, δηλαδή σ ε έ ν α ξ ε χ ω ρ ι σ τ ό όν»[xiv]!!!. Το ‘Έν’ – ‘αιτία’, ‘Μονάδα’ ή ‘Πατήρ’, κατά μια τυπική Νεοπλατωνική λογική, νοείται ως ξεχωριστό «όν» από το είναι της Τριάδος, καθώς «Η ύπαρξη του Θεού στην Αγία Τριάδα.. έχει την αιτία της… στον Πατέρα, δηλαδή σε ένα ξεχωριστό όν».

Ο ΜΙΖ, με την ανωτέρω διδασκαλία του, ξεπερνά αυτήν του Αρείου και του Σαβελλίου, και ταυτίζεται με την Νεοπλατωνική αντίληψη περί ‘Ενός’, δηλαδή με την αντίληψη της παραγόμενης τριάδος εκ του απολύτως υπερβατικού και αρρήτου Ενός, η οποία οδήγησε, μαζί με το υφέρπον Ιουδαΐζον πνεύμα, στις αντιτριαδικές αιρέσεις του 4ου αιώνα, και προκάλεσε την συγκρότηση της Α’ Οικουμενικής Συνόδου. Η μελέτη του όλου της θεολογικής σκέψης του ΜΙΖ οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμα ότι η επίκληση του Πατρός, ως υποστάσεως δήθεν ‘σχεσιακής’ -που κάνει ο ΜΙΖ σε άλλα κείμενά του-, έχει εξαιρετικά απομειωμένη έννοια[xv].

Κατά τον ΜΙΖ, που επικαλείται ανεπίτρεπτα λανθασμένα τους… Καππαδόκες Πατέρες, η Μονάδα ταυτίζεται με τον… Πατέρα και όχι με την Θεία Ουσία, στη διατύπωση ότι ο Θεός είναι Μονάς και Τριάς[xvi]! Κατά την αντίληψη αυτή, η Μονάδα είναι Πρόσωπο….! Είναι όμως εμφανές ότι, εδώ ο όρος ‘πρόσωπο’ χρησιμοποιείται σε αντίθεση προς το θεολογικό εκείνο όρο της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, που σημαίνει την ε τ ε ρ ό τ η τ α των Τ ρ ι ώ ν Προσώπων ή Υποστάσεων της Θεότητος: του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.

* * *
Μετά την εισαγωγή στην κεντρική θεολογική θέση του ΜΙΖ, ότι ο ένας Θεός είναι η Μονάδα, ένα όν ξεχωριστό, η αιτία της παραγόμενης οντολογικώς κατώτερης Τριάδας, εξετάζουμε στη συνέχεια, εν συντομία, το ερώτημα για την ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ (ΟΧΙ ΤΗΝ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ), τoυ φύλου (sex) υπό του ΜΙΖ.

Από το μεταφυσικό ύψος του Ενός, του Θεού-Πατρός, το άρθρο «On being a Person: Toward an Ontology of Personhood»[xvii] επισκoπεί και αποφαίνεται περί του τι είναι το ανθρώπινο πρόσωπο, η υπόσταση, και ποια η σχέση του ανθρώπινου προσώπου με το φύλο, δηλαδή με την πραγματικότητα του να είναι ένα πρόσωπο άνδρας ή γυναίκα ή κάτι άλλο.

Στην προοπτική του εγχειρήματος να κτισθεί μια οντολογία του προσώπου («Toward an Ontology of Personhood») με θεμέλιο τη Μονάδα, που δεν έχει θετικό προσδιορισμό, υποστηρίζεται και η εξής σχέση προσώπου – φύλου: «Το (ανθρώπινο) πρόσωπο αφορά την υπόσταση, δηλαδή στην αξίωση της μοναδικότητας (“uniqueness”: Italics στο πρωτότυπο) με την απόλυτη έννοια του όρου […] ιδιότητες (αναφορά στο φύλο ή στη λειτουργία ή στο ρόλο) […] καθίστανται ο ν τ ο λ ο γ ι κ ώ ς προσωπικές μόνον μέσω της υποστάσεως εις την οποίαν ανήκουν: μ ό ν ο ν καθιστάμενες δ ι κ έ ς μ ο υ οι ιδιότητες (“my identities”: Italics στο πρωτότυπο) ε ί ν α ι προσωπικές”[xviii] .

Σύμφωνα με την ανωτέρω δήλωση, προκύπτει συγκεκριμένη μετανεωτερικής υφής αντίληψη περί των φύλων. Ειδικότερα, επισημαίνονται τα εξής χαρακτηριστικά: (Α) Το φύλο αντιμετωπίζεται ισοδύναμα με οποιονδήποτε κοινωνικό ρ ό λ ο: το να είσαι άνδρας / πατέρας ή γυναίκα / μητέρα είναι, κατά τον ΜΙΖ, μια ιδιότητα, όπως το να είσαι, για παράδειγμα, πολιτικός ή ψαράς, εργάτης ή αγρότης. (Β) Το να είναι ένα πρόσωπο άνδρας ή γυναίκα (ή κάτι ενδιάμεσο η παραπλήσιο ή κάτι άλλο) είναι απόφαση του ιδίου προσώπου που το καθιστά τέτοιο, δηλαδή ως το ένα ή το άλλο, ή κάτι τρίτο ή τέταρτο κλπ. Διότι, τότε “μόνον… οι ιδιότητες είναι προσωπικές”. (Γ) Η παραπάνω απόφαση περί του αυτοπροσδιορισμού των ιδιοτήτων του προσώπου, συμπεριλαμβανομένου του φύλου, προκύπτει από την «αξίωση της μοναδικότητας με την απόλυτη έννοια του όρου» της υποστάσεως, όταν θεωρεί δικές της τις ιδιότητες-ρόλους, και τις καθιστά προσωπικές.

Όταν, δηλαδή, το πρόσωπο α π ο φ α σ ί ζ ε ι (“αξίωση της μοναδικότητας με την απόλυτη έννοια του όρου”) και καθιστά δική του την ιδιότητα φύλου τινός, τότε, κατά τον ΜΙΖ, ο ρόλος άνδρας, γυναίκα κλπ., είναι ιδιότητα που προκύπτει από το “πρόσωπο” που αυτοπροσδιορίζει απολύτως τον εαυτό του και γίνεται ‘υπόσταση’. Η αυθαιρεσία του εγώ ντύνεται εδώ το προσωπείο του προσώπου-χωρίς-φύλο, σε τραγική ειρωνεία της αντίστιξης πρόσωπο – προσωπείο, που κάποτε προέβαλε ο Μητροπολίτης. Το Εγώ απολυτοποιείται, ορίζει εξ ιδίας αυθαιρεσίας τα ονόματα, και, αντί κατά Χάρη Θεάνθρωπος, καθίσταται ανθρωποθεός. Είναι, επομένως, εύλογο να συμπεράνουμε ότι η παράδοξη δήλωση του καλού θεολόγου («το πρόσωπο δεν έχει φύλο»), που ελπίζουμε ότι την κατέθεσε εκ παραδρομής και εν αγνοία του αντι-τριαδικού θεολογικού υποβάθρου της, έχει τις ρίζες της στην μεταφυσική του ΜΙΖ.

Κατά την γνώμη μας, είναι φανερό ότι, η επίκληση οντολογικής ‘ιεραρχίας’ στην Θεότητα που βεβαιώνει και ένα απόλυτο διαχωρισμό της Μονάδας (ενός ξεχωριστού όντος), από την Τριάδα, θεμελιώνει, πράγματι, τη θεολογική νομιμοποίηση και αποδοχή οποιασδήποτε ταυτότητας φύλου, και εν γένει κάθε λογικοφανούς ή φανταστικού αυτοπροσδιορισμού. Οπότε, δεν είναι παράδοξο, να συμπεράνουμε ότι ο λαός ωθείται, και θεολογικώς πλέον, με την αίγλη που ακολουθεί τον ΜΙΖ σε ορισμένες ομάδες πιστών στην Εκκλησία, μετά την νομιμοποίηση του γάμου ομοφυλοφίλων, να δεχθεί, ή μάλλον και να… απολαύσει πνευματικώς, «στην αξίωση της μοναδικότητας» του μετανεωτερικού προσώπου ως ‘υποστάσεως’, την ευρωπαϊκή γιορτή υπερηφάνειας στη Θεσσαλονίκη, στις ημέρες μας, και ίσως και άλλα παράδοξα φαινόμενα στο μέλλον, όσο η μεταφυσική του ΜΙΖ εξακολουθεί να είναι αποδεκτή ή και να επαινείται.

Εν κατακλείδι, εν αναφορά προς τα ερωτήματα που τέθηκαν στην αρχή, συμπεραίνουμε, ότι (Α) η μεν τοποθέτηση της πρεσβυτέρας-καθηγήτριας επιτυχώς συσχέτισε τη νομιμοποίηση του ‘γάμου’ των ομοφυλοφίλων με τη θεολογία του Μητροπολίτη Ιωάννη Ζηζιούλα, και (Β) ότι τα μεταφυσικά αξιώματα του Μητροπολίτη περί οντολογικής ‘ιεραρχίας’ στη θεότητα, μάλιστα δε το περί Πατρός, ως μόνου Θεού, και ως εκ τούτου οντολογικώς ανωτέρου του Υιού, και αυτής ακόμη της Τριάδας, είναι απολύτως ξένα προς την δογματική θεολογία της Εκκλησίας μας, και ειδικότερα προς τη θεολογία της Α’ Οικουμενικής Συνόδου.

-----------------------------------------------------------------
Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, 16 Ιούνιου 2024.

[i] «Τό μυστήριον τοῦ κακοῦ δέν εἶναι μικρότερον από τό μυστήριον τοῦ καλοῦ. Τό μυστήριον τοῦ πρώτου εἶναι συχνά περισσότερον ἑλκυστικόν ἀπό τό μυστήριον τοῦ δευτέρου […] Tό μυστήριον τοῦ κακοῦ εἶναι ἐντέχνως ἑλκυστικόν⸱ γοητεύει τόν ἀνθρωπον μέχρι ἒρωτος, καί ὁ ἂνθρωπος προσφέρει μέ ἐνθουσιασμόν τόν ἑαυτόν του εἰς τήν μεγάλην καί φοβεράν ἀγάπην του ὡς θυσίαν ὁλοκαυτώσεως». (Αρχιμ., νύν Aγίου, Ιουστίνου του Τσέλιε (Πόποβιτς), Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, ΑΣΤΗΡ, Αθήναι, 1970 (πρωτότυπη έκδοση 1925), 123.
[ii] Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, Έργα, Λόγος Θεολογικός Πρώτος, Απόδοση στη νεοελληνική Κωνσταντίνου Φραντζολά, Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη, 2017, 353.
[iii] Αγίου Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Άσκησις και Θεωρία, Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ, Αγγλίας, 1996. 116-118.
[iv] John Zizioulas, Community and Otherness (στο εξής “COMO”), Chapter 3, The Father as Cause, II. In Defence of the Cappadocians, 4. Causality and Ordering, T&T Clark, London, 2009, 137.
[v] Μητροπ. Ιωάννης Ζηζιούλας, εκδήλωση στην Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου, Zizioulas-Legrand, Part 4, https://www.youtube.com/watch?v=PLvb2IJOmhU, από 26΄:32΄, ειδικότερα μεταξύ 29:28’ 29:39’[καταγραφή ομιλίας από το διαδίκτυο στις 15.6.2024].
[vi] Αρχιμ. Γεωργίου, (Καψάνη), Ἡ Ποιμαντική Διακονία κατά τούς Ἱερούς Κανόνες, Κεφάλαιο Β’, Ἡ Συνοδική δομή τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ ὑπό τῶν Ποιμένων Συνοδική διαχείρισις τῶν ἐκκλησιαστικών πραγμάτων, Ἱ.Μ. Ὀσίου Γρηγορίου, Ἀγ. Όρος, Ἀθήνα, 2024, 131-148.
[vii] COMO, Chapter 3, The Father as Cause, II. In Defence of the Cappadocians, 6. Consequences for Ecclesiology, 146.
[viii]COMO, Chapter 3, The Father as Cause, II. In Defence of the Cappadocians, 5. Consequences for Anthropology, 143.
[ix] Μητροπ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Ἡ ὀντολογία τοῦ προσώπου: Ἡ συστηματική παρερμηνεία τῶν ἁγίων Αθανασίου, Καππαδοκῶν καί Μαξίμου ἀπό τόν Μητροπολίτη Περγάμου Ἰωάννη Ζηζιούλα, 11-47, https://www.parembasis.gr/images/anakoinoseis/2016/NI_ONTOLOGIA%20PROSWPOY-PI_FEB2016.pdf [επικαιροποίηση στο διαδίκτυο στις 15.6.2024].
[x] COMO, Chapter 3, The Father as Cause, I. Τhe Patristic Background, 1, 117.
[xi] COMO, Chapter 2, On being a Person: Towards an Ontology of Personhood, II. Presuppositions for an Ontology of Personhood, 1, 106.
[xii] Αρχιμ., (νύν Aγίου), Ιουστίνου του Τσέλιε (Πόποβιτς), ό. α. 136
[xiii] ό. α. 142.
[xiv] COMO, Chapter 2, On being a Person. The Ontology of Personhood, II. Presuppositions for an Ontology of Personhood, 1,106. Bλ. επίσης στην έκδοση του Douglas Knight Η θεολογία του Ιωάννη Ζηζιούλα, το άρθρο του Colin Gunton, Πρόσωπα και ετερότητα, Degiorgio, Tρίκαλα, 2009, 156.
[xv] Μεταξύ πολλών κριτικών που έχει δεχθεί η οντολογικώς (ιεραρχική) εξάρτηση του Υιού υπό του Πατρός, κατά ΜΙΖ, σημειώνουμε τις εξής εκ των ελληνικών μελετών: π. Ν. Λουδοβίκου, Οι τρόμοι του προσώπου και τα βάσανα του έρωτα, ..Και η υπαγορευμένη ετερότητα, Αρμός, Αθήνα, 2009, 31—58. Ιερομ. Χρυσοστόμου, Ένας και Τρείς, Θεός: Προνόμιο του Πατρός; Ι.Μ. Κουτλουμοσίου, 2018, 81-90, Μητροπ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου, ό. α. Σημειώνουμε την χαρακτηριστική κριτική διατύπωση του π. Ν. Λουδοβίκου ‘υπαγορευμένη ετερότητα’ μαρτυρούσα, μεταξύ άλλων την κατάλυση της σχεσιακότητας, όπως αυτή εκφράζεται στην θεολογία του ‘ομοουσίου’ των Τριών Θείων Υποστάσεων.
[xvi] COMO, Chapter 3, The Father as Cause, II. In Defence of the Cappadocians, 2. Causality and Communion, 132-133.
[xvii] COMO, Chapter 2, On being a Person: Towards an Ontology of Personhood, 99-112.
[xviii] COMO, Chapter 2, Chapter 2, On being a Person: Towards an Ontology of Personhood, III. Conclusions for an Ontology of Personhood, 111.

Πηγή


Εκτύπωση   Email